Geopolitical Research Institute.-Border Security/illegal immigration

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Το τρίτο κύμα του νεο-οθωμανισμού


















Μετά τους Μεντερές και Οζάλ, ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί, με πιο ώριμους όρους, την υπέρβαση του κεμαλικού απολυταρχισμού


Του Πετρου Παπακωνσταντινου-Καθημερινή

«Είμαι έτοιμος να πληρώσω το τίμημα του εκδημοκρατισμού, όποιο και αν είναι αυτό»! Μ' αυτή τη δήλωση, από το βήμα της γενικής συνέλευσης της Γενικής Συνομοσπονδίας Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών, συνόδεψε ο Ταγίπ Ερντογάν την αυστηρή προειδοποίηση προς τη στρατιωτική και τη δικαστική εξουσία ότι δεν θα ανεχθεί καμία νέα παρέμβαση εναντίον των δημοκρατικών θεσμών της Τουρκίας. Καθώς η σύγκρουση του κυβερνώντος, ισλαμικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) με το κεμαλικό «βαθύ κράτος» οδηγείται στα άκρα, με φόντο τις πρωτοφανείς συλλήψεις αξιωματικών για το συνωμοτικό σχέδιο «Βαριοπούλα», η δυσοίωνη αναφορά του Ερντογάν υπενθύμισε τη μοίρα δύο προκατόχων του που επίσης έπαιξαν με το χαρτί του «νεο-οθωμανισμού», αλλά δεν είχαν καλό τέλος: του πρώτου δημοκρατικά εκλεγμένου ηγέτη της Τουρκίας, Αντνάν Μεντερές, που οδηγήθηκε στην αγχόνη το 1961, και του αρχιτέκτονα της μεταπολίτευσης από το χουντικό καθεστώς Εβρέν, Τουργκούτ Οζάλ, που βρήκε υπό ανεξιχνίαστες συνθήκες πρόωρο θάνατο το 1993.
Αλλη μια φορά, η βιαιότητα της σύγκρουσης στα ανώτατα κλιμάκια ενός κράτους που επιδιώκει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση εντυπωσιάζει τους διεθνείς παρατηρητές. Το 2007, ο στρατός απειλούσε με πραξικόπημα για να φράξει τον δρόμο των ισλαμιστών στην προεδρία της Δημοκρατίας. Το 2008, οι δικαστές παραλίγο να βγάλουν εκτός νόμου το κόμμα που θριάμβευσε με ποσοστό 47% στις εκλογές. Σήμερα, 61 στρατιωτικοί, συμπεριλαμβανομένων και στρατηγών εν ενεργεία, οδηγούνται σε δίκη για πραξικοπηματική συνωμοσία και πολλοί από αυτούς κλείνονται στη φυλακή.

Η επανάσταση Κεμάλ

Η ευκολία με την οποία ξεσπούν στην Τουρκία εσωτερικοί εμφύλιοι στους κόλπους των ελίτ προδίδει την πεποίθηση των κυρίαρχων τάξεων ότι δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος διάχυσης της κρίσης στο ευρύτερο κοινωνικό σώμα, κάτι που θα οδηγούσε σε πραγματικό εμφύλιο πόλεμο. «Στην ιστορία της νεώτερης Τουρκίας, ο εκσυγχρονισμός και η δημοκρατία έρχονταν πάντα εκ των άνω», διαπιστώνει στους Financial Times ο επικεφαλής του συνταγματικού δικαστηρίου, Χασίμ Κιλίτς. Και δεν έχει άδικο: Η κατάργηση του ισλαμικού χαλιφάτου και η ίδρυση λαϊκού, δυτικότροπου κράτους από τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1924, με όλα τα συμβολικά μέτρα που τη συνόδευσαν (λατινικό αλφάβητο στη θέση του αραβικού, πόλεμος στο φέσι και στους δερβίσηδες κ. ά.), ήταν μια πολιτιστική επανάσταση εκ των άνω, χωρίς ίχνος κοινωνικής επανάστασης εκ των κάτω. Αντιθέτως, οι απεργίες απαγορεύονται και οι αριστεροί σφαγιάζονται από τον Κεμάλ, ανεξάρτητα από τις καλές σχέσεις του με το Κρεμλίνο.
Το πρώτο σεισμογενές ρήγμα στους κόλπους των τουρκικών ελίτ έρχεται μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το μονοκομματικό καθεστώς του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος χάνει κάθε νομιμοποίηση, αφ' ενός μεν λόγω των ανοιγμάτων του προς τον Αξονα στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αφ' ετέρου δε λόγω εσωτερικών οικονομικών προβλημάτων και ενδημικής διαφθοράς. Εν τέλει ο Ισμέτ Ινονού, διάδοχος του Ατατούρκ, αναγκάζεται να αποδεχθεί έναν ορισμένο πλουραλισμό και στις πρώτες σχετικά ανοιχτές εκλογές του 1950 γνωρίζει τη συντριβή από το νεοπαγές Δημοκρατικό Κόμμα του Μεντερές, που θα κυβερνήσει την Τουρκία για τα επόμενα δέκα χρόνια.
Ο μεγαλογαιοκτήμονας Μεντερές εκφράζει τα συμφέροντα μιας νέας, πιο ανεξάρτητης από το κεμαλικό κράτος αστικής τάξης, η οποία ανυπομονεί να μειώσει τον γραφειοκρατικό έλεγχο της οικονομίας και να διεκδικήσει μερίδιο στην πολιτική εξουσία. Συγκροτεί έτσι ένα παράδοξο κράμα οικονομικού φιλελευθερισμού και πολιτιστικού - θρησκευτικού συντηρητισμού, που βρίσκεται στον αντίποδα του κράματος αναπτυξιακού κρατισμού - αριστερόστροφου νεωτερισμού, το οποίο επικρατεί αυτή την εποχή στον Τρίτο Κόσμο. Για να καλοπιάσει τους συντηρητικούς αγρότες, που αποτελούν τον βασικό όγκο της εκλογικής του πελατείας, πολλαπλασιάζει τα θρησκευτικά σχολεία και γεμίζει κάθε περιφέρεια της χώρας με τζαμιά. Διατηρεί, ωστόσο, από την κεμαλική παράδοση το στοιχείο του εθνικισμού, το οποίο παίρνει εφιαλτική μορφή το 1955 με το πογκρόμ εναντίον της ελληνικής κοινότητας στην Κωνσταντινούπολη, το τουρκικό ανάλογο της Νύχτας των Κρυστάλλων.



Αιμοσταγής δικτατορία

Μετά το στρατωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον Μεντερές, το 1960, και τον απαγχονισμό του, το 1961, θα περάσουν αρκετά χρόνια μέχρις ότου το ισλαμικό χαρτί αποκτήσει και πάλι ευρύτερη νομιμοποίηση. Η στιγμή έρχεται τη δεκαετία του '80, όταν οι δυνάμεις του κεμαλισμού υφίστανται τεράστια ηθική βλάβη από την αιμοσταγή δικτατορία του στρατηγού Κενάν Εβρέν. Παραδόξως, είναι οι ίδιοι οι «πασάδες» του στρατού που ενθαρρύνουν τον πρωθυπουργό Τουργκούτ Οζάλ να επενδύσει στο Ισλάμ, θεωρώντας ότι πρόκειται για το λιγότερο κακό έναντι της Αριστεράς και των Κούρδων.
Πράγματι ο Οζάλ σερβίρει με νέες αναλογίες το κοκτέιλ που είχε επινοήσει ο Μεντερές: Στην οικονομική πολιτική εμφανίζεται ως διαπρύσιος οπαδός του νεοφιλελευθερισμού α λα Ρίγκαν και Θάτσερ, ενώ στο πολιτιστικό πεδίο επενδύει στην ευσέβεια και την παράδοση. Επί των ημερών του, ο ετήσιος προϋπολογισμός της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων δεκαεξαπλασιάζεται, το Εθνικό Τυπογραφείο διανέμει δωρεάν πέντε εκατομμύρια αντίτυπα του Κορανίου, ενώ τα τζαμιά αυξάνονται αλματωδώς, φτάνοντας τις 70.000.

Κουρδικό - Δύση

Ωστόσο, αυτή τη φορά η «τουρκο- ισλαμική σύνθεση», την οποία διακηρύσσει ο Οζάλ μετά την αποχώρηση του Εβρέν και την ανάληψη της προεδρίας της Δημοκρατίας από τον ίδιο (1989), αγγίζει δύο απαγορευμένες περιοχές: Το κουρδικό, καθώς ο Οζάλ διατυμπανίζει τις κουρδικές του ρίζες και εγκαινιάζει μια πιο συμφιλιωτική προσέγγιση, και την εξωτερική πολιτική, όπου εγκαταλείπει τον μονόπλευρο προσανατολισμό προς τη Δύση και υιοθετεί στοιχεία νεο-οθωμανισμού. Κινείται, μάλιστα, για τη δημιουργία παντουρκικής ένωσης, με τη συμμετοχή των τουρκόφωνων Δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Ο Οζάλ πέθανε στις 17 Απριλίου 1993, επισήμως από καρδιακή προσβολή στο γραφείο του. Η σύζυγός του υποστήριξε ότι δηλητηριάστηκε, επικαλούμενη την παράδοξη παράλειψη των αρχών να κάνουν αυτοψία στο πτώμα του και την εξίσου παράδοξη εξαφάνιση δειγμάτων αίματος από τα αρμόδια εργαστήρια.

Η Τουρκία σε ρόλο ελεύθερου καβαλάρη

«Η Δύση θα χάσει την Τουρκία;», αναρωτιόταν σε πρόσφατο άρθρο της η γαλλική Le Monde. Η αλήθεια είναι ότι η χώρα με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ παίρνει ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις από την Ουάσιγκτον, όπως έδειξε και η οξύτατη αντίδραση του Ερντογάν για το Αρμενικό. Οπως είναι γνωστό, η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Βουλής υιοθέτησε με οριακή πλειοψηφία (23-22) τον χαρακτηρισμό της σφαγής 1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων από τον οθωμανικό στρατό στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ως «γενοκτονίας». Απαντώντας δυναμικά, ο Ερντογάν ανακάλεσε στην Αγκυρα τον πρεσβευτή του και δήλωσε ότι δεν θα τον στείλει πίσω στην Ουάσιγκτον αν η κυβέρνηση Ομπάμα δεν εγγυηθεί ότι η εν λόγω πρόταση δεν θα φτάσει ποτέ στην ολομέλεια του Σώματος.
Το πρόβλημα είναι, βέβαια, πολύ ευρύτερο. Πριν από ένα χρόνο, η αμερικανική Wall Street Journal δημοσίευε άρθρο υπό τον εύγλωττο τίτλο: «Είναι ακόμη η Τουρκία σύμμαχος της Δύσης»; Ακολουθούσε ένας πραγματικός λίβελλος: «Ο Ερντογάν δηλώνει ότι “ο Αλλάχ θα τιμωρήσει το Ισραήλ” για τον πόλεμο της Γάζας, ο Ερντογάν ανοίγει το περίφημο Μπλε Τζαμί για να προσευχηθεί ο Αχμεντινετζάντ, ο Ερντογάν λέει στη σύνοδο των Αράβων, στο Χαρτούμ, ότι “η Δύση επικαλείται την τρομοκρατία για να ΜΑΣ πουλήσει όπλα”, ο Ερντογάν κλείνει συμφωνίες ενεργειακής συνεργασίας με τη Μόσχα, από την οποία προμηθεύεται το 66% του φυσικού αερίου». Εν ολίγοις, αν έχεις τέτοιους συμμάχους, τι τους θέλεις τους εχθρούς;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αυξανόμενη ψυχρότητα μεταξύ Τουρκίας και Αμερικής είναι πραγματικό γεγονός, που τροφοδοτήθηκε κυρίως από τον πόλεμο στο Ιράκ και τη δημιουργία ντε φάκτο ανεξάρτητης κουρδικής οντότητας. Ωστόσο, καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει συμφέρον να αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν σε πραγματική ρήξη. Αλλωστε, με το να αποκτά η Τουρκία περισσότερους βαθμούς ελευθερίας έναντι των ΗΠΑ, διευκολύνεται να παίζει τον ρόλο του μεσολαβητή με καθεστώτα που δεν μπορεί, σ’ αυτή τη φάση, να επηρεάσει άμεσα η Ουάσιγκτον - Ιράν, Χαμάς, Σουδάν κ.ά.
Πάντως, στο επίπεδο της κοινής γνώμης, οι αλλαγές είναι όντως θεαματικές. Σύμφωνα με τη Le Monde, μόλις το 35% των Τούρκων θεωρεί το ΝΑΤΟ αναγκαίο για την εθνική ασφάλεια (το 2004 ήταν 53%), ενώ το 43% επιθυμεί να δρα αυτόνομα στη διεθνή σκηνή η χώρα τους και το 65% πιστεύει ότι η Τουρκία δεν θα μπει ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ενωση.




\

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου